υποβλάστης

υποβλάστης
ο, Ν
βλ. υποβλάστη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • υποβλάστη — η, και υποβλάστης, ο, Ν 1. ζωολ. το κατώτερο από δύο στρώματα κυττάρων σε ένα εμβρυϊκό στάδιο τών ερπετών, τών πτηνών, και τών ωοτόκων θηλαστικών 2. βιολ. άλλη ονομασία για το ενδόδερμα 3. βοτ. ονομασία τής κοτυληδόνας τών αγρωστωδών. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”